knave$42606$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

knave$42606$ - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Knavery; Knave (disambiguation); Knave (magazine)

knave      
n. κατεργάρης, απατεών, παλιάνθρωπος, φάντης, απατεώνας, βαλές
knave of hearts         
  • A 17th century Knave of Spades
βαλές κούπα

Ορισμός

knave
(knaves)
1.
If someone calls a man a knave, they mean that he is dishonest and should not be trusted. (OLD-FASHIONED)
= rogue, scoundrel
N-COUNT [disapproval]
2.
In card games, knave is another word for jack
. (mainly BRIT; in AM, use jack
)
N-COUNT

Βικιπαίδεια

Knave

Knave may refer to:

  • A rogue (vagrant), a rascal, deceitful fellow, a dishonest man
  • Knave (playing card), another name for the jack in card games
  • Knave (British magazine), a British softcore pornographic magazine published 1968-2015
  • Knave (American magazine), a short-lived American men's magazine published in 1959
  • The Knave, a Welsh hillfort also known as Deborah's Hole Camp
  • In Knights and Knaves logic puzzles, a person who always lies
  • A male domestic worker, a person who works within the employer's household (kitchen boy in Middle English)